ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΤΑΠΑΚΟΥΔΗΣ

ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ Η ΖΩΗ MΟΥ ΟΛΗ:
28/11/1953: Γέννηση μου  στη Χλώρακα
1971: Αποφοίτηση από την Τεχνική σχολή Πάφου, κατάταξη στην Εθνική φρουρά.
1973: Αναχώρηση για Ελλάδα, μπάρκο στα καράβια.
1978: Επιστροφή στην Κύπρο, ασχολούμαι με το επάγγελμα του πράτη (φθαρτέμπορας)
1980: Νυμφεύομαι τη Μαρινέλλα Αγαθαγγέλου.
1987: Ασχολούμαι με το εμπόριο ταπήτων.
1991: Ασχολούμαι με επιχειρήσεις ακινήτων.
1992: Δημιουργώ τη μπουάτ «Ορφέας», μαγαζί με ζωντανή ποιοτική μουσική που αφήνει τα αποτυπώματα του σε ολόκληρο τον Ελληνισμό Κύπρου και Ελλάδος.
2000: Σταματώ την ενασχόληση με το φθαρτεμπόριο και ασχολούμαι με επιχειρήσεις υπηρεσιών.
2008: Εκδίδω την «Εφημερίδα της Χλώρακας».
20010: Σε ηλικία 57 ετών γράφωμαι στο εργασήρι δημοσιογραφίας του ΑΝΤ1 Ελλάδος και δι αλληλογραφίας παρακολουθώ σπουδές ΜΜΕ.
2012: Τελειώνω τις σπουδές και παίρνω δίπλωμα δημοσιογραφίας με βαθμό 8,70 στα 10
2012: Αναστέλλω την έκδοση της έντυπης εφημερίδας της Χλώρακας ένεκα οικονομικών δυσχερειών.
2013: Αποθνήσκει η σύζηγος μου εις ηλικίαν 53 ετών.
2014: Επανεκδίδω την εφημερίδα της Χλώρακας σε ηλεκτρονική μορφή.

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ
Γεννήθηκα στη Χλωρακα, ένα χωριό που έχει στα ριζά του την Μεσόγειο να το προσκυνά. Θυμάμαι αυτή τη θάλασσα απο μικρός να βρυχάται δυνατά και με βία να θέλει να κατατρώει τις ακτές, μα αυτές ήταν πέτρινες και στέρεες, ήταν βράχοι άγριοι, απότομοι και θεόρατοι που καταλυμό δεν είχαν . 
Το σπίτι που γεννήθηκα ήταν στην άκρια του χωριού και μπορούσε να φτάνει ως τα αφτιά μου με περίσσια δύναμη ο σάλαγος των κυμάτων, εκείνος ο άγριος ρόχθος της θάλασσας που έσμιγε με τη βουή του ανέμου και μαζί ο βρυχηθμός τους σαν θυμωμένο βουητό με τρόμαζαν και μου προκαλούσαν δέος μα σιγά με τον καιρό μου άρεσαν γιατί  στη σκέψη μου έμεινε αυτό το μπουμπουνητό σαν άγρια θαλασσινή ταξιδιάρικη μουσική, προπομπός  αφανέρωτων αποκαλύψεων που θα ξέβραζε από τα βάθη της η θάλασσα της Χλώρακας. 
Θυμάμαι όποτε είχε μεγάλες τρικυμίες, περπατούσα στην άκρη της θάλασσας και με έλουζαν οι υδρατμοί των φοβερών κυμάτων που έσκαγαν με δίνη και με δυνατό υπόκωφο θόρυβο στα άγρια βράχια. 
Και εγώ, έστεκα στην άκρη της θάλασσας κι αγνάντευα τον σκοτεινό ορίζοντα που στο βάθος συναντιόταν με τον γκρίζο ουρανό, και σχημάτιζαν τον τέλειο απέραντο κύκλο, αυτόν του σχήματος της γης. 
Και ήμουν ευχαριστημένος που μπορούσα και έβλεπα την άκρη της γης.


Αποφάσισα να ασχοληθώ με το γράψιμο τη δεκαετία του 2000, όταν στα πενήντα πέντε μου χρόνια είδα την ψυχική και πνευματική κακομοιριά στην οποία περιέπεσαν πολλοί συνάνθρωποι μου ύστερα από την απότομη μεγάλη ευμάρεια που τους προέκυψε με το ξεπούλημα των περιουσιών τους αντί χρημάτων. Καταλαβαίνοντας ότι δεν θα τους έβγαινε σε καλό, προσπάθησα να επηρεάσω το χαρακτήρα τους θέλοντας να βελτιώσω με τον τρόπο μου τις συνθήκες και την ποιότητα της ζωής τους κάνοντας τους να σκέφτονται με τη λογική και τη θετική γνώση η οποία πηγάζει μέσα από παρατήρηση και ανάλυση.
Η Χλώρακα την εποχή που γεννήθηκα ήταν ένα μικρό και ήρεμο χωριό της επαρχίας Πάφου με μικρό πληθυσμό που οι κάτοικοι ασχολούντο με τη γεωργία και τη κτηνοτροφία. Μετά το έτος 1980 αναπτύχθηκε οικοδομικά ραγδαία και ο πληθυσμός πλήθυνε καταντώντας τη μικρη Κοινότητα σε μεγαλη κωμόπολη. Οι κάτοικοι κατ’ αρχάς άρχισαν να ξεπουλούν τις περιουσίες τους για να κτίσουν σπίτια στις κόρες τους ως όριζε το έθιμο, ή και να τις υποθηκεύουν κάνοντας υλιστικά δάνεια και κινδυνεύοντας τοιουτοτρόπως να χάσουν τα χωράφια τα οποία ήταν η ζήση τους.
Βλέποντας τον κίνδυνο να καραδοκεί καθώς επιτήδιοι τραπεζίτες και έμποροι της γης βάλθηκαν να υποθηκεύουν ή να εξαγοράζουν τις περιουσίες των κατοίκων, προσπάθησα με τη διδακτική μου αρθρογραφία να εξεγείρω τις ψυχές και το πνευματικό τους φρόνημα ώστε να αντισταθούν στον απότομο επιφανειακό πλουτισμό τους.
Και εγώ άνθρωπος με προβλήματα, προτερήματα και ελαττώματα, αλλά από τη φύση μου πνεύμα ανήσυχο, υπήρξα έντονα καυστικός και σταθερός στις απόψεις μου, ώστε με τον λόγο μου ερχόμουν σε σύγκρουση με τις αντιλήψεις των, και χωρίς δισταγμό, εξέφραζα ελεύθερα και ανεπηρέαστα τις απόψεις μου, στηλιτεύοντας κυρίως την βλακεία, την υποκρισία και την αχαριστία, προσπαθώντας τοιουτοτρόπως να βάλω έστω ένα μικρό λιθαράκι στην αναμόρφωση τους. 

Η ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΜΟΥ:
Οι γονείς μου ήσαν φτωχοί και πολύτεκνοι. Ο πατέρας μου ήταν ο Χαράλαμπος και η μητέρα μου η Στασού, μια απλή ευλογημένη Χριστιανική γυναίκα που πέθανε  πολύ ενωρίς στα 43 της χρόνια χωρίς να προλάβει να γεράσει. Το 1971 αποφοίτησα από τη Τεχνική Σχολή Πάφου, το 1973 τέλειωσα τη στρατιωτική μου θητεία, και ακολούθως μπάρκαρα στα καράβια ως δόκιμος Μηχανικός.
Στα μακρινά  ταξίδια και στις ατέλειωτες ώρες της Ναυτικής μου μοναξιάς πάνω στα ποντοπόρα πλοία τάνκερ, ασχολήθηκα με το διάβασμα επιμελώς, καταφέρνοντας να αποκτήσω γνώσεις που αργότερα αποδείχτηκαν πολύ βοηθητικές ώστε να καταφέρω να γίνω συγγραφέας, συντάκτης, δημοσιογράφος και εκδότης δικής μου εφημερίδας.
Το 2008 εξέδωσα την «εφημερίδα της Χλώρακας» σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή, την οποία έγραφα, επιμελούμουν και εκτύπωνα, ενώ ταυτόχρονα ασχολούμουν συστηματικά με τη συγγραφή και έκδοση περιοδικών, και βιβλιων.
Υπηρέτησα  τη δημοσιογραφία  από τη θέση του ιδιοκτήτη, του συγγραφέα,  του συντάκτη και του δημοσιογράφου για πέντε περίπου χρόνια εκδίδοντας την εφημερίδα σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή, και ακολούθως συνέχισα να την εκδίδω ηλεκτρονικά, καθώς η μεγάλη οικονομική κρίση το 2013 που έπληξε τον τόπο, δεν μου άφησε δυνατότητες να συνεχίσω την έντυπη κυκλοφορία της.
Εκτός από τη δημοσιογραφία και την αρθογραφία σε εφημερίδες και περιοδικά της Κύπρου και της Ελλάδας, ασχολήθηκα  με τη συγγραφή διηγημάτων και ιστοριών που αφορούν την παράδοση, που μέσα από τη διήγηση τους καταγράφεται ο τρόπος ζωής της παλαιάς εποχής και ο τρόπος διαβίωσης των ανθρώπων με όλες τις δυσκολίες της φτώχειας και της καταδυνάστευσης τους από τους Τούρκους και Άγγλους κατακτητές, καθώς και την καταγραφή της ιστορίας της γενέτειρας μου Χλώρακας και ότι σχετικό με αυτήν.
Επιχείρησα ένα δύσκολο ενγχείρημα καθώς δεν γνώριζα τίποτα επί του αντικειμένου, ούτε και τη σύγχρονη τεχνολογία των κομπιούτερς και των ηλεκτρονικών μηχανημάτων που ήταν απαραίτητα για την έκδοση της εφημερίδας. Όμως ενέσκηψα του θέματος και κατόρθωσα να γνωρίσω γενικά την διαδικασία και να την εφαρμόσω. Έμαθα να χειρίζομαι τον υπολογιστή με τον οποίο διεκπεραίωνα όλη την εργασία από γράψιμο έως σελιδοποίηση και εκτύπωση, έμαθα να χειρίζομαι τα μηχανήματα εκτύπωσης, αλλά το κυριότερο κατόρθωσα να μπορώ γράφω τα κείμενα, τα άρθρα και τις μικρές ιστορίες μου με επιτυχία, χωρίς προηγουμένως στη ζωή μου να έχω ασχοληθεί με το γράψιμο. 
Στο χρόνο που ακολούθησε σπούδασα δημοσιογραφία ένα όνειρο ζωής το οποίο κατάφερα να πραγματοποιήσω στην ηλικία των 57 ετών, αποδεικνύοντας έτσι στη πράξη την δια βίου μάθηση.

ΩΣ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ:
 Έχω γράψει και εκδώσει βιβλία που περιέχουν ιστορίες της παράδοσης που μέσα από τη διήγηση τους καταγράφεται ο τρόπος ζωής της παλαιάς εποχής και ο τρόπος διαβίωσης των ανθρώπων με όλες τις δυσκολίες της φτώχειας και της καταδυνάστευσης τους από τους Τούρκους και Άγγλους κατακτητές. 
Είναι διηγήματά που δεσπόζουν στη συγγραφική μου δημιουργία και όταν τα διαβάζει κανείς, μεταφέρεται νοερά σε χαρακτήρες του λαού. Το μεγαλύτερο μέρος της συγγραφικής μου έμπνευσης το άντλησα από παλιές ιστορίες διηγήσεις των γερόντων και μέσα από τη χριστιανική παράδοση. 
Ορισμένες από τις ιστορίες περιέχουν μερική μυθολογία, και είναι αποτέλεσμα των παραλογών που δημιουργούνται όταν μεταφέρονται από στόμα σε στόμα. Σημασία έχει ότι είναι όλες αποτέλεσμα από αυτούσιες διηγήσεις.
Πέραν από τα βιωματικά μου διηγήματα, τα υπόλοιπα είναι παρμένα από την καθημερινή ζωή και τα ήθη και έθιμα του τόπου. Με το μεγαλύτερο μέρος του έργου μου να είναι κατασκευασμένο και παντρεμένο με την πραγματικότητα και την αλήθεια των ιστορήσεων αυτών, αλλά και αντλώντας από τον πλούτο των θρύλων και των δοξασιών, απ όσα είδα και συγκινήθηκα, απ όσα άκουσα και ταράχτηκα,  απ όσα με άγγιξαν πραγματικά και με ταρακούνησαν, τα πήρα όλα και τα μεταμόρφωσα και τα έπλασα και τα έγραψα με έναν τρόπο γραφής δικό μου με προσήλωση στη θρησκευτική πίστη, αλλά αναδεικνύοντας περισσότερο τις δεισιδαιμονικές φοβίες των ανθρώπων. 
Φτιάχνοντας μ αυτό τον τρόπο ιστορίες-διηγήματα που προκαλούσαν το ενδιαφέρον των ανθρώπων, κατάφερα στη σύντομη συγγραφική μου εργασία να αποκτήσω πολλούς αναγνώστες που περίμεναν με αδημονία την κυκλοφορία των τοπικών εφημερίδων που φιλοξενούσαν τα διηγήματα μου.
Στα διηγήματα μου προσπάθεια μου ήταν να καταγράψω όσες διηγήσεις και ιστορήσεις πρόλαβα και συνέλεξα από αφηγήσεις κυρίως γεροντότερων ανθρώπων τους οποίους πρόλαβα εν ζωή. Ήταν ένα δυσκολο έργο διότι οι περισσότεροι, ή δεν ενθυμούντο λόγω γήρατος, ή οι πλείστοι είχαν ήδη πεθάνει. 
Συνταίριαξα όσο καλύτερα μπορούσα με δικό μου τρόπο διήγησης τις ιστορίες, άλλες με συγγραφικό οίστρο και αλλες σε συνήθη καθομιλουμένη, έτσι που να αρέσουν πρώτα σε μένα,  ελπίζοντας ύστερα και στους αναγνώστες.

Ορισμένες από τις ιστορίες εμπεριέχουν μερική μυθολογία, και άλλες  μοιάζουν με ιστορίες άλλων περιστατικών από άλλους τόπους, σημασία όμως έχει ότι είναι όλες αποτέλεσμα από αυτούσιες διηγήσεις γεροντότερων ανθρώπων που έζησαν εκείνες τες εποχές.

ΒΡΑΒΕΥΣΕΙΣ: 
ΔΗΜΟΣ ΠΑΦΟΥ
ΠΠΟΧλώρακας
Καφενείο Ιδεών Σαλαμίνας
ΟΥΝΕΣΚΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΚΑΙ ΝΗΣΩΝ